Ένας δικτυακός τόπος αφιερωμένος στο χωριό μας!

Επισκέπτες
 Σήμερα :
 Εχθές : 27 
 Συνολικά : 168606 
18.04.2024, 03:22 Europe/Athens
Γιορτάζουν

Το Χωριό μας » Διάφορα » Λογοτεχνικές Ματιές » Λευτέρης Παπαδόπουλος

Χτες μεσάνυχτα και κάτι κατηφόρισα
για να ακούσω τα τραγούδια σου Λευτέρη Παπαδόπουλε



Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να ζήσει κανείς κάτι ωραιότερο από το ν’ ακούει τον Γ. Νταλάρα σ’ ένα κατάμεστο και φεγγαροστεφανωμένο Ηρώδειο με την συνοδεία χιλιάδων θεατών–χορωδών, να σιγοτραγουδούν αυτούς τους μεστούς στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου και να ζωντανεύουν ψυχές και μνήμες!

Σ’ έστησαν σε μια γωνιά και σημαδεύαν την καρδιά σου.

σ’ έστησαν σε μια γωνιά κι ήταν πρωί και παγωνιά.

Σε καρτερούσε η ζωή και μια παραδουλεύτρα μάνα

κι έγινες ‘κείνο το πρωί κόκκινο κρίνο στην αλάνα!

Η προσωπική με την πολιτική ζωή συνυφασμένες και για τους δυο δημιουργούς, πολιτικά και προσωπικά βιώματα, σε στίχους κεντημένους με δωρικότητα κι ευαισθησία, πάνω σε χαρτιά με ανεξίτηλο μελάνι και φυλακισμένους για χρόνια στις καρδιές μας, άλλοτε χαρούμενους κι άλλοτε λυπημένους!

Μιας ζωής, που κάθε άλλο παρά ήρεμη κύλησε στο διάβα των 83ων του χρόνων.

Γεννημένος το 1935 από γονείς πρόσφυγες, που μετά τον δύσκολο επαναπατρισμό τους βρέθηκαν αντιμέτωποι με τον πόλεμο και την κατοχή, που δυσκόλεψε ακόμα περισσότερο την ήδη ταλαιπωρημένη ζωή τους. Και αργότερα μετά τον πόλεμο, η φρικτή περίοδος που χαράκτηκε από την ζούγκλα του αστικού πολιτισμού.

Πιστοποιητικά, πολιτικά φρονήματα, φυλακή, για ένα λαό που δεν είχε να φάει.....

Ο γιος της καθαρίστριας και του τσαγκάρη έπρεπε πρώτα να δικαιώσει τους γονείς του και μετά να αποδείξει ότι κάτι άξιζε κι εκείνος.........

-Από το σχολείο ακόμα δούλευα, διάβαζα πολύ, μα δούλευα ακόμα περισσότερο.

-Όταν δεν είχα λεφτά ν’ αγοράσω βιβλία τα δανειζόμουνα από τους πιο πλούσιους φίλους μου, δανεικά κι αγύριστα, τ’ αγαπούσα και δύσκολα τα επέστρεφα.......

-Τι πειράζει, εκεί δεν θα τα διαβάσει κανείς και έδινα μόνος μου συγχωροχάρτι στον εαυτό μου!!!! Το πείσμα, το πάθος και η οργή, ήταν τα στοιχεία που τον βοήθησαν να βγει από την φτώχεια και να γίνει μια από τις πιο σημαντικές φυσιογνωμίες του λόγου της μεταπολεμικής και μεταπολιτευτικής Ελλάδας.

-Στο σχολειό μου στην Αχαρνών, είχα συμμαθητές τον Θ. Αγγελόπουλο, ο πατέρας του είχε τότε ψιλικατζίδικο, τον Χρήστο Γιανναρά που αν και γιος βιομηχάνου πήγαινε κι αυτός στο δημόσιο σχολείο, τον Αλέκο Φασιανό που οι γονείς του ήταν καθηγητές τους στο ίδιο Γυμνάσιο που πηγαίναμε κι εμείς.

-Πολλές φορές μου έκαναν το τραπέζι, γιατί κακά τα ψέματα, δεν υπήρχε πάντα το πιάτο το φαγητό στο τραπέζι μας! Το σεβόμουνα και το εκτιμούσα!

-Έπαιζα μπάλα, ήμουν ωραίος, είχα κορίτσια. Αισθανόμουνα ότι τα είχα όλα!

-Στο σχολείο ήμουνα πρώτος μαθητής, ήμουν όμως και σκληρό παιδί, δεν έπαιρνα από λόγια, οι καθηγητές με έδειχναν με το δάκτυλο. Κι εγώ τότε θύμωνα και ήθελα να τους δείξω ότι ο γιος του τσαγκάρη και της καθαρίστριας θα τους άλλαζε τα φώτα, αν τον πίεζαν περισσότερο, λέει γελώντας.

-Ξέρεις τι δύναμη σου δίνει η επιβίωση; Την μεγαλύτερη ίσως....σε ανδρώνει!

Από πείσμα και εγωισμό τελειώνοντας το Γυμνάσιο, για να τους αποδείξει την αξία του, αν και φτωχόπαιδο, μπαίνει στην Νομική, τον κερδίζει όμως η δημοσιογραφία.

Από το 1959 είκοσι τεσσάρων χρονών τότε, μπήκε στα ΝΕΑ σαν ρεπόρτερ, εξελίχθηκε όμως πολύ γρήγορα σε υπεύθυνο ύλης ελεύθερου ρεπορτάζ, χρονογράφο και αρχισυντάκτη. (Έμεινε στην θέση του στην εφημερίδα ως το 2012).

Αλλά το μεράκι ήταν μεράκι, ήταν καζάνι που έβραζε και αναζητούσε την διέξοδο για την δική του μεγάλη έκρηξη!

Στα 28 του το 1963 βγαίνει από την στιχουργική αφάνειά του με την « Άπονη ζωή» σε μουσική του νεαρού τότε Σταύρου Ξαρχάκου και τραγουδιστή τον Γρηγόρη Μπιθικώτση. Ταίριαζε στα τραγούδια μου η φωνή του λέει. Έκτοτε εκτός από τα άπειρα άρθρα της δημοσιογραφικής του καριέρας, μετρά έως σήμερα 1.300 μελοποιημένα τραγούδια του, που σημάδεψαν παράλληλα και τη διαδρομή όλων των μεγάλων συνθετών και ερμηνευτών της πατρίδας μας που συνεργάστηκαν μαζί του!

Την δεκαετία του 60, περίοδο πολιτικής αστάθειας, αλλά και άνθησης της σύνθεσης, της ποίησης, του θεάτρου και του κινηματογράφου για τους Έλληνες, οι στίχοι του μιλούν με λαϊκότητα και αμεσότητα, για την φτώχεια την βιοπάλη, την ζωή!

Λόγος λιτός, δωρικός, στέρεος, ένα κράμα που σφράγισε το Ελληνικό τραγούδι!

-Με ατσάλωσε αυτό που άκουγα συνεχώς από την μητέρα μου, αυτή την αγία γυναίκα, που έκανε τα πάντα προκειμένου να με δει στο Πανεπιστήμιο.

-Να έχουν τα τραγούδια σου αξιοπρέπεια, ειλικρίνεια, ευαισθησία μου έλεγε.

-Η στέρηση όμως και η βιοπάλη με έκαναν να αναπτύξω ένα πάθος για την ζωή και κάθε στίχος μου ήθελα να περιγράφει μια κατάσταση. Λόγια εξομολογητικά, ερωτικά, καθημερινά, λόγια σκληρά, λόγια αντρίκεια. Ήθελα κάθε στίχος να ακούγεται με στεντόρεια φωνή, να ξεσηκώνει, να συγκινεί, ν’ αντέχει στον χρόνο!

-Στην δημοσιογραφία τοποθετούσα τα λόγια με κάθετο τρόπο και κράτησα την ευαισθησία μου μόνο για τους στίχους μου. Στην προσωπική μου μάχη επιβίωσης δεν μ’ έπαιρνε να ήμουν ευαίσθητος. Έκανα πολλές φορές και υποχωρήσεις γιατί είχα υποχρεώσεις, με συμφωνίες και συμβόλαια. Δεν υπήρξα 100% ο Λευτέρης της «Άπονης ζωής». Δεν έπαψα όμως ποτέ να είμαι συμφιλιωτικός στον χώρο μου, γι αυτό υπήρξα και Πρόεδρος πολλές φορές στην ΕΜΣΕ .

Δικούς του ανθρώπους εκτός από την οικογένειά του, θεωρούσε τον Αντώνη Σαμαράκη τον διαμορφωτή του χαρακτήρα του, όπως λέει και τον πρόωρα αδικοχαμένο Μ. Λοΐζο. Για τις συνεργασίες του μιλά με αγάπη, για όλους αυτούς που έντυσαν μουσικά τους στίχους του, τους Μ. Πλέσσα, Μ. Λοίζο, Μ. Θεοδωράκη, Στ. Ξαρχάκο, Χρ. Λεοντή, Δ. Μούτση, Γ. Σπανό, Απ. Καλδάρα, Μ. Κουγιουμτζή, Χρ. Νικολόπουλο, Γ. Χατζηνάσιο, Γ. Μαρκόπουλο κ.α. Μα και όλους όσους χάρισαν την φωνή τους και σφράγισαν με την ερμηνεία τους τα τραγούδια του. Δεν κρύβει την αδυναμία του στον Γιώργο Νταλάρα, έχουμε παρόμοιες αφετηρίες και κοινές αναφορές, φτωχή καταγωγή, ίδια εντιμότητα, ίδιο πείσμα, ίδια γνησιότητα, ίδια αφοσίωση στην δουλειά. Εξαιρετικοί ερμηνευτές όμως των τραγουδιών του υπήρξαν πολλοί όπως: οι Γ. Πουλόπουλος, Γ. Νταλάρας, Χ. Αλεξίου, Β. Μοσχολιού, Μαρινέλλα, Π. Πάνου, Δ. Γαλάνη, Μ. Μητσιάς, Δ. Μητροπάνος, Στρ. Διονυσίου και τόσοι άλλοι, που τον έκαναν ευτυχισμένο με τις αποδόσεις τους. Ο πιο εμβληματικός όμως στίχος που έγραψε, πάντα κατά την άποψή του, είναι από τον δίσκο του «ένα Σαββατόβραδο στην Καισαριανή»:

Tο απομεσήμερο έμοιαζε να στέκει
σαν αμάξι γέρικο στην ανηφοριά
κάθ’ απομεσήμερο στο κρυφό μας στέκι
πίσω απ’ το μαγέρικο του Δεληβοριά.

Στο τέλος της υπέροχης αυτής συναυλίας, αφιερωμένης στο σπουδαίο έργο του σηκώθηκε από το κάθισμά του και κοιτώντας όλους τους θεατές στα μάτια, τραγούδησε την δική του Άπονη ζωή.

Έχω ακόμα μπροστά στα μάτια μου, την εικόνα του, το βλέμμα και το γέλιο του και βέβαια την ικανοποίησή του! Απ’ όλους τους συμμετέχοντες της Πολιτιστικής Συντροφιάς Βούλας, ένα μεγάλο ευχαριστώ σε σένα Λευτέρη Παπαδόπουλε που έζησες την ίδια εποχή με μας και μεγαλώσαμε και ερωτευτήκαμε και αγαπήσαμε τραγουδώντας τα δικά σου γλυκά τραγούδια. Να είσαι για χρόνια ακόμα κοντά μας έστω και λιγότερο δημιουργικός!


8 Ιουλίου 2018


Φετοκάκη Μαρία


Κάποια στοιχεία είναι παρμένα από συνέντευξή του στο «Κ» της Καθημερινής.


  © 2011 - 2024 vasileoniko.gr
Κατασκευή : Φώτης Φραγκάκης